Βέροια - ΠΑΟΚ 1-2
Πριν το Euro 2004, την
εθνική υπερηφάνεια και την ανάταση των Ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας, πριν από το
σκάνδαλο του χρηματιστηρίου, πριν την λαμπρή σταδιοδρομία των απόγονων του
Παπανδρέου και του Καραμανλή, πριν καν να έρθει το ευρώ στην Ελλάδα και την ζωή
μας, πριν 15 χρόνια λοιπόν ήταν η τελευταία φορά που η ομάδα του ΠΑΟΚ εκτός από
ρεβανί «Χοχλιούρου» έφερε μαζί της από τη Βέροια και ροζ φύλλο αγώνα. Τότε με
μια λαμπρή γενιά ελπιδοφόρων 20άρηδων και του ακόμα ανερχόμενου Άγγελου
Αναστασιάδη συνέχισε να σκορπίζει ελπίδες στον κόσμο του ΠΑΟΚ δίνοντας βάση στο
όραμα του τότε μεγαλομετόχου Γιώργου Μπατατούδη.
Διαβάζοντάς όλα αυτά σήμερα είναι
από φυσιολογικό ως και αναμενόμενο να τα δούμε με καχυποψία, πόσο μάλλον αν
αρχίσουμε να βλέπουμε κοινά σημεία. Ευτυχώς κάτι τέτοιο δεν άπτεται των
σημερινών μας προθέσεων, σε αντίθεση με την κριτική διάθεση που πρέπει να
δείξουμε σε κάποια θέματα του αγωνιστικού κομματιού που έχουν αρχίσει να αχνοφαίνονται.
Ο ΠΑΟΚ κέρδισε ακόμα ένα
παιχνίδι, αξιοποιώντας τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της τριπλέτας Στόχ, Λούκας
και Κλάους, την έμφυτη επιθετική κίνηση του Βίτορ στα κόρνερ, αλλά και την
συνολικά εξαιρετική δουλειά του προπονητή στα στημένα. Κατά τα άλλα ήταν ένα
παιχνίδι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από ισορροπημένο ως και ιδιαίτερα
αγχωτικό. Ένα είδος παιχνιδιού που σιγά σιγά έχει αρχίσει να φαίνεται ως το
παιχνίδι του Στέφενς που δείχνει να αγαπάει τις επιθετικές και ελαφρώς ασταθείς
διατάξεις, με κερασάκι στην τούρτα τον Ολίσε να μιμείται την ενεργητική
καθυστέρηση του Ντενίλσον.
Από τη μέρα που έχει πατήσει στη
χώρα μας ο Στέφενς έχει ακούσει τα χειρότερα για την ποιότητα του ελληνικού
πρωταθλήματος, και όχι άδικα, αυτό όμως που δεν έχει καταλάβει είναι ότι ο
μοναδικός μας αντίπαλος είναι μια ομάδα πολύ καλύτερη, πολύ πιο δουλεμένη και πολύ
πιο ακριβή, τον 15 φόρες σε 16 χρόνια πρωταθλητή Ελλάδος.
Το να μπορέσεις να χτίσεις μια
ομάδα που θα σπάσει ένα κατεστημένο, είναι μια πολύ επίπονη διαδικασία που
θέλει πολύ δουλειά και πολύ αφοσίωση, μια δουλειά που ο κύριος Στέφενς ξέρει να
κάνει, αλλά που προς το παρόν δε δείχνει διατεθειμένος να αφιερώσει τόσα όσα
χρειάζονται. Φυσικά όλα αυτά είναι πρόωρες εκτιμήσεις, αλλά μετά από τον πρώτο
αγώνα με την Σάλκε και με εξαίρεση την ήττα στο Αγρίνιο και το πολύ κακό
κοουτσάρισμα του επαναληπτικού με τους Γερμανούς, η ομάδα ναι μεν κέρδισε τους επόμενους
αγώνες, αλλά δεν έπεισε. Το να πείσει σημαίνει ότι εκτός της νίκης θα πρέπει να
μεταδίδει στους αντιπάλους την αίσθηση ότι δεν μπορούν να διαχειριστούν τον
αγώνα, κάτι που συνήθως επιτυγχάνεται μέσω της κατοχής ή των συνεχόμενων φάσεων
που πληρούν τις προϋποθέσεις να μετατραπούν σε σκορ.
Είναι πολύ παράξενο ότι μετά από
8 επίσημους αγώνες ο ΠΑΟΚ έχει παίξει μόνο σε έναν αγώνα με τρείς χαφ, ενώ
ακόμα πιο παράξενο είναι ότι ακόμα και όταν υπάρχουν οι συνθήκες σε ένα επίσημο
παιχνίδι, που μοιάζει «καθαρισμένο», δεν δοκιμάζεται ένας σχηματισμός ή
παραλλαγή.
Δεν νομίζω ότι είναι σκόπιμο, να προχωρήσουμε
περαιτέρω σε πιθανές τακτικές ή προπονητικές αστοχίες, αφού στην παρούσα φάση
σημασία έχει να κερδίζουμε τα παιχνίδια και να «χτίζουμε» την ομάδα παράλληλα
και αυτά τα δυο στοιχεία είναι απόλυτα αλληλένδετα. Οφείλουμε να κερδίζουμε και συγχρόνως ο
προπονητής οφείλει να αξιολογεί σωστά παίκτες και καταστάσεις μη λησμονώντας
ότι είναι ο μοναδικός ανταγωνιστής του Ολυμπιακού στο φετινό πρωτάθλημα.
0 σχόλια